Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΩΝ ΠΑΙΓΝΙΩΝ ΤΗΣ ΚΙΚΗΣ


«Ζώντας για να δικαιωθούν οι ρίζες της ζωής»

(Αφιερωμένο στους αγώνες των κατοίκων στις Σκουριές)

 Σήμερα ήταν μια ξεχωριστή μέρα για τη μικρή Παναρέτη.
Εκτός του ότι είχε έκλειψη ηλίου, εαρινή ισημερία και η σελήνη είχε έρθει στο κοντινότερο σημείο  απόστασής της με τη γη, επισκέφθηκε για πρώτη φορά το δάσος των Σκουριών με τον παππού της το Μανώλη που ήρθε και την πήρε από το σπίτι με το  αμάξι του.
 Στο δρόμο από τη Θεσσαλονίκη προς Σκουριές, ο παππούς της έλεγε ότι:
«Οι σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση πρέπει να βρίσκονται  σε μιαν απόλυτη αρμονία.Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να διαταράσσονται.
Και σήμερα έχουν διαταραχθεί(...)Και όχι μόνον αυτό αλλά από χρόνο σε χρόνο πάνε από το κακό στο χειρότερο. Έχουν φτάσει στο τελευταίο σκαλί.
Έχουν υπερβεί τα όρια ασφαλείας και όλα τα κουδούνια του κινδύνου βαρούν απελπισμένα.Κανένας μας δεν τ’ ακούει; Τόσο πολύ κουφαθήκαμε από τα εκκωφαντικά ηχεία της καταναλωτικής κοινωνίας που μοναδικό της στόχο έχει το εφήμερο; Μόνο τα ζώα βλέπουν τη μέρα που ζουν και κυνηγούν εφήμερα. Γι’αυτά δεν υπάρχει αύριο, μεθαύριο, αντιμεθαύριο, του χρόνου,τ’ αντίχρονου. Μόνον ο άνθρωπος κατάφερε να βλέπει και την άλλη μέρα. Το αύριο.Μήπως ξεχάσαμε πως υπάρχει κι αύριο;
Εκτός κι αν μας αρκεί το σήμερα και δε θέλουμε να ζήσουμε αύριο»*
 Η μικρή Παναρέτη συμφώνησε με τον παππού ότι ζούμε σα να μη μας ενδιαφέρει το αύριο, αλλά σκέφθηκε ότι εφ’ όσον μας αρκεί το σήμερα ούτε το χθες μας ενδιαφέρει, σαν τη γατούλα της την Πασιφάη που σκέφτεται μόνο το ποντικάκι που θα φάει σήμερα .
 Όταν φτάσανε στο δάσος, χάρηκε που είδε επιτέλους ψηλά και πολλά δέντρα, στην πόλη έβλεπε κυρίως ψηλές και πολλές πολυκατοικίες.
Ο παππούς της είπε ότι το δάσος αυτό ήταν αρχέγονο που σημαίνει ότι είχε δει αμέτρητες γενιές ανθρώπων, τώρα όμως κινδύνευε γιατί είχαν έρθει άνθρωποι άπληστοι που ήθελαν να το καταστρέψουν για να αρπάξουν το χρυσάφι που ήταν χρόνια και καιρούς καλά κρυμμένο βαθιά κάτω από τις ρίζες των δέντρων του.
 Εκεί στο δάσος τους πλησίασαν αρκετοί άνθρωποι που τους δέχτηκαν με χαρά, αυτοί ήταν, όπως της είπε ο παππούς, κάτοικοι αγωνιστές που αγαπούσαν τον τόπο τους, δε' θέλαν να τον αφήσουν , αλλά δε' θέλαν και να τον δουν να καταστρέφεται. Ο αγώνας τους ήταν συνεχής  γιατί ήταν πάντα στο στόχαστρο από αυτούς που θέλαν να τους διώξουν και να καταστρέψουν αφού ληστέψουν ότι πολύτιμο είχε ο τόπος τους.  Τους ξενάγησαν μέχρι εκεί που μπορούσαν ,τους έδειξαν και φωτογραφίες με την καταστροφή που είχε ήδη γίνει .Ο παππούς έσμιγε τα φρύδια του και η Παναρέτη έβλεπε ότι ήταν στεναχωρημένος, ήξερε όμως ότι καταλάβαινε τους ανθρώπους που υπέφεραν ,η μαμά της είχε μιλήσει με θαυμασμό για αυτόν και για τους αγώνες του γιαυτό κάθε φορά που έβλεπε ανθρώπους που αγωνίζονταν ήθελε να είναι δίπλα τους και γιαυτό τον ψήφιζαν οι συμπολίτες του στις εκλογές,όπως της έλεγε.
 Κάποια στιγμή τέλειωσε η βόλτα , τους αποχαιρέτησαν και καθώς έμπαιναν στο αμάξι, είπαν στον παππού να κάνει ότι μπορεί να σταματήσει το κακό.
 Στην επιστροφή κανείς δε μιλούσε.
 Όταν την άφησε στο σπίτι,αφού χαιρέτησε βιαστικά τη μαμά της, έφυγε λέγοντάς της στο αυτί: «Μη φοβάσαι για το δάσος και τους κατοίκους, ζω για να δικαιωθούν οι ρίζες της ζωής»*
*Μανώλης Γλέζος
«Η συνείδηση της Πετραίας Γης» ΚΥΚΛΑΔΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΕΚΔ. ΤΥΠΩΘΗΤΩ
Σελ.204, 179
Αλεξάκη-Χρονάκη Κική

20/3/2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου