Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

ΝΕΟΙ ΤΟΥ 2015

                                           ΝΕΟΙ ΤΟΥ 2015

"Τα δάκρυα των αμνών"
Έργο της Μαριλένας Βιτσαξάκη (μαθήτρια καλιτεχνικού σχολείου Ηρακλείου)

Στη γοητεία του ασπρόμαυρου εγκλωβισμένοι,
στην τυραννία του σωστού-λάθους  παραδομένοι.
Η εποχή μας απωθεί τη ζεστασιά
των έντονων χρωμάτων,
είναι γιατί οι μέρες μας περνάνε
βιαστικές και μολυβένιες
κι άλλοτε σέρνονται βαριά πίσω από τη ματαιότητα
μη οξυγονωμένων εγκεφάλων,
που αναπνέουν  μες στη ζάλη της αιθαλομίχλης
κι άλλων περίεργων χαρμανιών.
Κι όμως μια κίνηση μπορεί να αποβεί ματ,
ελευθερώνοντας το chiaroscuro
τών έμμονων συλλήψεων του συνθέτη.
Αυτή την κίνηση κάποιος μας, πρέπει να την κάνει,
ή μήπως όλοι μαζί σε συμφωνία μυστική συνεννοημένοι;
20/1/2015
Αλεξάκη-Χρονάκη Κική(Βασιλική)



OTAN OI ΙΔΙΩΤΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

«-Λύκε- λύκε, είσαι εδώ;

-Ετοιμάζω την προσφορά μου και σε κυνηγώ.»


Mr Jumbo και Μr Dimand, πληροφορηθήκαμε λίγο πριν τα Χριστούγεννα και λίγο πριν τις εκλογές, ότι είσαστε οι διαθέσιμοι ενδιαφερόμενοι επενδυτές που έχετε όλη την καλή διάθεση να «αξιοποιήσετε», ένα μέρος από το ρημαγμένο και αλωμένο τοπίο της Πρώην Αμερ. Βάσης  Γουρνών.
ΌΜΩΣ, εδώ θα πρέπει να σας ενημερώσουμε ότι έρχεστε να επενδύσετε σε ένα τόπο που έχει ζήσει ιστορικές στιγμές και ανήκει σε ένα λαό που αν και η κρίση φαίνεται να τον έχει χτυπήσει καίρια, δε φαίνεται όμως ότι μπόρεσε να τον κάνει να ξεχάσει αυτό που πραγματικά είναι : «..ένας μικρός λαός που δεν παύει να διεκδικεί την εθνική και πολιτική του ανεξαρτησία, την οικονομική και πολιτισμική του αυτονόμηση, παλεύοντας πολλές φορές εναντίον υπερεθνικών αυτοκρατοριών στην αρχή και εναντίον υπερεθνικών ιμπεριαλιστικών οικονομικοκοινωνικών συγκροτημάτων στα νεότερα χρόνια», (1) ή «μικρός λαός που πολεμά δίχως σπαθιά και βόλια, για όλου του κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι» (Γιάννης Ρίτσος)

Σας ενημερώνουμε ότι, στην περιοχή που θέλετε να επενδύσετε, έχουν εντοπιστεί (εντός της Πρώην Αμερ. Βάσης Γουρνών), από ανασκαφές της αρχαιολόγου Πόπης Γκαλανάκη, 36 λαξευτοί τάφοι με αγγεία που παρουσιάζουν τεχνοτροπία και διακόσμηση που υπογραμμίζουν πολιτισμικές επαφές με τα κυκλαδονήσια, τη Σάμο, τη Λήμνο, τη Μ. Ασία και τις Συροπαλαιστινιακές ακτές και όπως δήλωνε η τότε διευθύντρια του Μουσείου, Αλεξάνδρα Καρέτσου, τα ευρήματα αυτά φωτίζουν τις σχέσεις Κρήτης – Κυκλάδων στο μέσο της 3ης χιλιετίας.

Αρχαιολογικά ευρήματα από την πρώην Αμερικάνικη Βάση Γουρνών
Οι αρχαιολόγοι πιθανολογούσαν ότι κοντά στο νεκροταφείο, υπήρχε οικισμός που ίσως έχει καταποντιστεί στη θάλασσα.

Ανάμεσα σε αγγεία, λεπίδες από οψιανό Μήλου, 3 περίαπτα και 3 χάλκινες περόνες βρέθηκε και ένα αργυρό περιδέραιο, σχεδόν ορυκτοποιημένο που θεωρείται από τα αρχαιότερα κοσμήματα του Αιγαιακού χώρου. Οπωσδήποτε τα ευρήματα κρίθηκαν εξαιρετικής σπουδαιότητας και πιστοποιούν τις πρώιμες σχέσεις Κρήτης – Κυκλάδων.(2)

Δε γνωρίζουμε αν όλα τα παραπάνω προσδίδουν επιπλέον αξία στη συνολική αντικειμενική ή εμπορική αξία του ακινήτου, γνωρίζουμε όμως πολύ καλά ότι έχουν ιδιαίτερη ιστορική βαρύτητα που θα 'πρεπε να έχει συνεκτιμηθεί με όλες τις άλλες παραμέτρους και να αναιρείται έτσι οποιαδήποτε συναλλαγή που θα απέφερε αποκλειστικά και μόνο κέρδη σε ιδιώτες επενδυτές με αναξιοπρεπείς εργασιακές συνθήκες στους εργαζόμενούς τους.

Επίσης χαρακτηριστική περίπτωση αποποίησης της ιστορικής μνήμης του χώρου σε βαθμό ανίερης και βέβηλης παραβίασής της, είναι η απαξίωση του μνημείου του Κρατικού Ασύρματου Γουρνών, που έχει συμπεριληφθεί στα προς πώληση τμήματα του ακινήτου των τριάντα στρεμμάτων.


Ο γουρνιώτικος κρατικός ασύρματος
Φωτ. Μπαριτάκης  Βαγγέλης

Ο «Ασύρματος»(3) είναι, ένα πετρόκτιστο παραδοσιακό, όμορφο παρά την εγκατάλειψή του οικοδόμημα ανατολικότερα από την Πύλη της Πρώην Αμερ. βάσης Γουρνών με πρόσοψη στην πρώην εθνική οδό. Σε αυτό το κτίριο λειτουργούσε υπηρεσία Τηλεπικοινωνιών που συνεργαζόταν με την αεροπορία και το στρατό. Οι Χιτλερικοί ναζί ήξεραν καλά ότι υπήρχε εκεί ελληνικός ασύρματος που θα ειδοποιούσε τον συμμαχικό στρατό αμέσως μόλις θα έπεφταν οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές στην Κρήτη. To Mάη του 1941 ανατολικά και δυτικά από αυτό το κτίριο του ασύρματου έγιναν δυο μάχες. Η μια μάχη στη γουβιανή περιοχή, στα Πελεκητά από ντόπιους εθελοντές και η άλλη στην ανωπολιώτικη πλαγιά του λόφου του Κοψά με πρωταγωνιστή τον εθελοντή λοχαγό Θεόδωρο Καλλίνο με νικηφόρα υπέρ των Ελλήνων έκβαση και στις δυο (για πρώτη φορά έχασε ο Χίτλερ αυτές τις μάχες στην περιοχή αυτή!). Υπήρχε βέβαια και ο αντίστοιχος φόρος αίματος: από τη μεριά των Ελλήνων, σκοτώθηκαν περίπου 25 μαχητές, από τους οποίους έγιναν γνωστά τα ονόματα των: Ανδρεαδάκη Ορέστη, λοχία, Ζαχαριουδάκη Νικόλαου, δεκανέα, Χαριτάκη Ιωάννη, λοχία και Κοκκινάκη Εμμανουήλ, οπλοφόρου πολίτη, ενώ από την πλευρά των Γερμανών ο απολογισμός ήταν 130 νεκροί και 38 αιχμάλωτοι και τραυματίες. Μετά από λίγες μέρες που καταλήφθηκε η Κρήτη από τους Γερμανούς ναζιστές, αμέσως αχρήστεψαν τα ελληνικά τηλεπικοινωνιακά συστήματα και έκαναν το κτίριο του «Ασύρματου» ιατρείο.

Το 1953 το κτίριο περιήλθε στην κυριότητα του Αμερικάνικου στρατού και χρησιμοποιήθηκε σαν Αμερικανικός Στρατιωτικός Τηλεοπτικός και Ραδιοφωνικός σταθμός μέχρι το 1994 που έφυγαν από αυτή τη βάση οι Αμερικανοί. Έτσι χάθηκε σε πρώτο στάδιο η «ιστορικότητά» του. Σε κάποια περίοδο το κτίριο αυτό παραχωρήθηκε στο Πολυκλαδικό λύκειο και λειτούργησε σ’ αυτό το εργαστήριο του σχολείου, αλλά παρόλο που σήμερα οι ανάγκες σχολικής στέγης είναι αυξημένες στην περιοχή δεν παραχωρήθηκε ο χώρος για σχολική χρήση.

Από τότε που έφυγαν οι Αμερικανοί, όλη η έκταση που κατείχε η Αμερικανική Βάση Γουρνών με καθεστώς αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, περνάει από διάφορες περιπέτειες. Επιγραμματικά αναφέρουμε ότι ενώ αρχικά λεηλατήθηκε, στην πορεία αξιοποιήθηκε εν μέρει υπέρ των αναγκών της τοπικής κοινωνίας εγκαταστάθηκαν δηλαδή, σχολεία, δημαρχείο, ερευνητικό κέντρο ΕΛ.Κ.Ε.Θ.Ε., αγροτικό ιατρείο, (υπήρχε νοσοκομείο που καταστράφηκε, αν και θα μπορούσε να στεγάσει ένα σύγχρονο Κέντρο Υγείας που τόσο έχει ανάγκη η περιοχή) και χτίστηκαν κατοικίες στρατιωτικών.

Δημιουργήθηκαν επίσης: το «Δ.Ε.Κ.Κ.» (Διεθνές Εκθεσιακό Κέντρο Κρήτης), το ενυδρείο «Θαλασσόκοσμος» και ένα «καταφύγιο αδέσποτων ζώων» με ιδιωτική πρωτοβουλία που προσφέρει σημαντική υπηρεσία στον τομέα αυτό και τώρα γίνεται προσπάθεια από το δήμο, να λειτουργήσει με όλες τις απαιτούμενες σύγχρονες προδιαγραφές.

Tα δεδομένα μας δείχνουν ότι ο χώρος της «Βάσης» σκόπιμα εγκαταλείφτηκε στη διάθεση συστηματικής λεηλασίας και καταστροφής του κάθε θρασύτατου επιτήδειου με απώτερο στόχο τον πλήρη ευτελισμό της πραγματικής της αξίας. Σε συνδυασμό δε και με τη διατυμπανιζόμενη δήθεν αδυναμία (διάβαζε σκόπιμη, συστηματική και προγραμματισμένη εγκατάλειψη) του κράτους να αξιοποιηθεί ο χώρος υπέρ των κατοίκων, καλλιεργήθηκε στη συνείδηση του απλού κόσμου η πεποίθηση της όπως – όπως παραχώρησης στη βουλιμία των επιχειρηματιών για τη δήθεν ανάπτυξη του τόπου!

Καταστράφηκαν τα πάντα! Ακόμη και οι υποδομές που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν με πολύ μικρό κόστος και μεγάλο οικονομικό όφελος σε αναπτυξιακές δράσεις, προσφέροντας και αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας για ποιοτικές αθλητικές και ψυχαγωγικές δράσεις, όπως κολυμβητήριο ολυμπιακών προδιαγραφών, αναψυκτήριο, θέατρο κ.λ.π.), χωρίς ποτέ να απολογηθεί κανείς για όλη αυτή τη λεηλασία, την καταστροφή και την απαξίωση.

Ωστόσο τα διαφαινόμενα «νέα» σενάρια «αξιοποίησης», της έκτασης της Πρώην Αμερικάνικης Βάσης Γουρνών, δείχνουν ότι δεν υπολογίζεται η ιδιαιτερότητα του χώρου με όλο το προαναφερθέν ιστορικοπολιτισμικό του πλαίσιο, ούτε βέβαια και οι οξυμμένες λαϊκές ανάγκες της περιοχής. Στην εποχή όμως του «πάρτα όλα, είναι τζάμπα», όλο το πλαίσιο του ιστορικού, αρχαιολογικού και πολιτισμικού μας παρελθόντος διαγράφεται αφού η κεντρική πολιτική φιλοσοφία και ενασχόληση των ελληνικών (;) κυβερνήσεων (και των τοπικών Δημοτικών αρχών μήπως;) κινείται πάνω στην γραμμή της πλήρους αδιαφορίας της κάλυψης των οξυμμένων λαϊκών αναγκών και επικεντρώνεται στην προσφορά του δημόσιου πλούτου στο βωμό της ιδιωτικής κερδοφορίας… πώς θα μπορούσαν να τεθούν οι όροι που θα αναιρούσαν οποιαδήποτε κίνηση κερδοφορίας των λίγων και εκλεκτών ημέτερων, όταν οι ίδιες οι κρατικές δομές συγκλίνουν προς την ίδια αυτή κατεύθυνση;


Κάπως έτσι καταλήγουμε να διερωτώμαστε: μήπως επιβάλλεται να τα δούμε και λίγο αλλιώς (από μια άλλη φιλολαϊκή οπτική μήπως;) τα πράγματα; Μήπως είναι καιρός να δώσουμε το προβάδισμα στην ικανοποίηση των οξυμμένων λαϊκών αναγκών του τόπου μας και να απαιτήσουμε από τους εκλεγμένους άρχοντές μας να υπηρετήσουν αυτό το σκοπό απαρέγκλιτα και με συνέπεια; Εξάλλου για το λόγο αυτό δεσμευόμενοι(;) στους προεκλογικούς τους λόγους, ζήτησαν και πήραν την ψήφο των πολιτών και όχι για να υπηρετούν τα εκάστοτε αντιλαϊκά κυβερνητικά σχέδια. Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Πίσω από τον αυτοσχέδιο πάγκο ελεύθερης διάθεσης μεταχειρισμένων ρούχων, διακρίνεται το κτίριο του παλιού, ερειπωμένου – λεηλατημένου κι αυτού σήμερα ιατρείου της Πρώην Αμερ. Βάσης Γουρνών – κλασική περίπτωση απεμπόλησης του δημόσιου συμφέροντος. Για το συγκεκριμένο κτίριο προτάθηκε στις Αρχές από φορείς της περιοχής να γίνει ένα Κέντρο Υγείας. Μάλιστα σε κάποια προεκλογική περίοδο είχε αποσπασθεί η υπόσχεση να εγκατασταθεί πολυδύναμο ιατρείο. Όταν αθετήθηκε αυτή η υπόσχεση, προτάθηκε να στεγαστεί το Καλλιτεχνικό Σχολείο Ηρακλείου, (η κατεστραμμένη πινακίδα που είχε αναρτηθεί από τον τότε Σύλλογο γονέων του σχολείου στην προοπτική της στέγασής του εκεί, καταστράφηκε από άγνωστους (!) σε σύντομο διάστημα.)Το Καλλιτεχνικό Σχολείο Ηρακλείου ακόμη αναζητά αυτόνομο κτίριο για στέγαση.Φωτογρ. του 2009 από Κική Αλεξάκη – Χρονάκη


Αλεξάκη – Χρονάκη Κική (μέλος της επιτροπής αγώνα για τη διατήρηση του Δημόσιου χαρακτήρα της Πρώην Αμερ. Βάσης Γουρνών και της αξιοιποίησής της προς όφελος των λαϊκών αναγκών).


1. Νίκος Γ. Σβορώνος: «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας», εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ, σελ. 12


2. Γεωργ. Μ. Πατεράκης: «Η Ανώπολη και η περιοχή της», εκδ. ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ, σελ. 81- 82.


3. Βαγ. Γ. Μπαριτάκης: «Γούβες 1940-44», εκδ. Αφοί Καββαδία, σελ. 33-34.




Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

ΤΑ ΑΣΠΡΑ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΑΚΙΑ

                            ΤΑ ΑΣΠΡΑ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΑΚΙΑ 


 Η εκπαιδευτικός και καλή μας φίλη, Πόπη Λασηθιωτάκη, με το νέο της βιβλίο «Τα άσπρα καλικαντζαράκια» των εκδόσεων ΙΤΑΝΟΣ,(η έκδοση περιλαμβάνει και cd με δικά της τραγούδια) έρχεται να κερδίσει το ενδιαφέρον και την αγάπη του αναγνωστικού κοινού, ανεξαρτήτως ηλικίας, ζωντανεύοντας εικόνες μιας ξεχασμένης θαλπωρής που ξεκινώντας σιγανά όπως η σπίθα στο τζάκι που πάει να ανάψει σκορπίζοντας στην αρχή μια ιδέα ζεστασιάς, στη συνέχεια θεριεύει και γίνεται φλόγα δυνατή καλώντας σε να σταθείς πλάϊ και να ακούσεις την ιστορία της.
 Μια ιστορία αναπόλησης από τον παράδεισο των παιδικών χρόνων κάποιων που είχαν την ευτυχία να ζήσουν στα μικρά χωριουδάκια της Κρήτης, τότε που ακόμη οι άνθρωποι ήταν πλούσιοι όχι γιατί είχαν στην κατοχή τους πολλά αγαθά, αλλά γιατί δεν είχαν ανάγκη από πολλά. Αυτή η εποχή της αυτάρκειας που προσδιόριζε ανθρώπους ελεύθερους από την τυραννία της υπεραφθονίας που στιγμάτισε νεότερες γενιές ψεύτικης καταναλωτικής ευμάρειας με όλα τα γνωστά επακόλουθα.
 Εδώ θα πρέπει να ορίσουμε το χρονικό πλαίσιο που διαδραματίζονται τα συμβάντα.Στο βιβλίο της Πόπης Λασηθιωτάκη καλύπτονται ιστορικά τρεις γενιές: η γενιά της κατοχής, η μετακατοχική γενιά και η γενιά της επταετίας.
Η παλιότερη γενιά που έζησε το δράμα της γερμανικής κατοχής καθώς ξεριζώθηκε από τον τόπο της, αφού οι καταχτητές επίταξαν το σπίτι τους με όλα τα αποθηκευμένα αγαθά και αναγκάστηκαν όπως και άλλοι συγκαιρινοί τους να στριμωχτούν σε ένα υποδεέστερο κατάλυμα, παλεύοντας καθημερινά για την επιβίωσή τους.
 Η μετακατοχική γενιά που έζησε την επαναφορά στην εστία της με νωπές τις μνήμες των αδικοχαμένων εκτελεσθέντων από τη θηριωδία των ναζί.
Ζει μέσα σε πάρα πολλές στερήσεις και κακουχίες, η αγροτική ζωή δεν είχε ακόμη εκβιομηχανιστεί έτσι ο βολόσυρος ,ο χειρόμυλος το ζύμωμα του ψωμιού ήταν στην καθημερινότητα του χωριού. Παράλληλα οι κοινωνίες έμπαιναν στους ρυθμούς της εκβιομηχάνισης με την προσπάθεια ηλεκτροδότησης (εξαφάνιση του λύχνου από τις εστίες)και την γενικευμένη αστικοποίηση.
Η γενιά της εφταετίας ζει ένα καθεστώς ανελευθερίας με τις συνθήκες δουλειάς να απαιτούν την πλήρη υποταγή στο καθεστώς αυτό. Χαρακτηριστική η φυσιογνωμία του αυστηρού διευθυντή που έκανε συνεχώς παρατηρήσεις στη δασκάλα εκθέτοντας τη μπροστά σε όλους και υπενθυμίζοντας την απαγόρευση των συναθροίσεων όταν το έκρινε αυτός.
Ερχόμαστε τώρα στο παιδί τη Γεωργία, (επωνομαζόμενο καλικαντζαράκι, για λόγους που θα τους εντοπίσετε στο βιβλίο),μαζί με άλλα δυο καλικαντζαράκια, χαίρονται σε ανθρώπινα πλαίσια τη συντροφικότητα, γνωρίζοντας να παίρνουν και να δίνουν πλουσιοπάροχα ατόφιο συναίσθημα μέσα από την απλή καθημερινότητα, συνθέτοντας έτσι τη μελωδία της ευτυχίας.
 Μέσα από τη μνήμη των παιδικών χρόνων ξεδιπλώνονται αξέχαστες εικόνες- ζωγραφιές όπως οι παρακάτω:
«Οι νοικοκυρές έφτιαξαν κυδώνι γλυκό και κυδωνόπαστο, η γιαγιά έκοψε αρκετά ρόδια, τα έκανε κρεμανταλιές και τα κρέμασε στο ξύλινο ταβάνι της κουζίνας.Πάνω στον τοίχο είχε κρεμασμένες και πλεχτές με σκόρδα και κρεμμύδια.»
και αλλού: «Όταν έφτασαν στο σπίτι, η Γεωργία πήρε το ψαλιδάκι της κι άρχισε να κόβει τα πανάκια σε στενές κοντές λουρίδες.Τις περνούσε με τη φουρκέτα στη λινάτσα τη μια πλάι στην άλλη, για να τελειώσει και με το καινούριο χαλί. Θα το έστρωνε τα Χριστούγεννα, δίπλα στο μεγάλο κρεβάτι, από τη μεριά που κοιμόταν ο πατέρας, για να του το κάνει δώρο στη γιορτή του!»
 Χαρακτηριστικός είναι ο προβληματισμός της μικρής Γεωργίας σχετικά με την επαγγελματική της αποκατάσταση όταν την πίεζαν οι γονείς της καθώς γύριζαν κατάκοποι από το λιομάζεμα προτρέποντάς τη να σπουδάσει να βρει μια σίγουρη δουλειά να ξεφύγει από αυτή τη ζωή, να γίνει δασκάλα, όμως αυτή σκεφτόταν:
«Τι πάει να πει σίγουρη δουλειά; Αυτό που κάναμε σήμερα,(εννοούσε το λιομάζεμα) δεν είναι σίγουρη δουλειά; Τα κουνέλια, τα κλωσόπουλα, τα αυγά, το περιβόλι, τα σταφύλια δεν είναι σίγουρες δουλειές; Ο θείος ο δάσκαλος είπε πως για να έχει τόσα προϊόντα δεν φτάνει όλος ο μισθός!Το σπίτι ήταν γεμάτο από όλα τα αγαθά: όσπρια, καρύδια, αμύγδαλα, γλυκά, μυζήθρες, σταφίδες και τόσα άλλα. Οι υπάλληλοι πεινούν όλα τα αγοράζουνε, έλεγε συχνά ο πατέρας. Εμείς έχουμε ένα μανάβικο κι ένα μπακάλικο κάθε μέρα στο σπίτι μας.»
Οι σκέψεις αυτές έθλιβαν τη μικρή Γεωργία γιατί ενώ η ίδια έκλινε προς την ενασχόληση με την αγροτική παραγωγή, μια και η επαφή της με τη φύση ήταν μια αναντικατάστατη μαγεία,  οι γονείς της ήθελαν να γίνει άνθρωπος των γραμμάτων με τη σίγουρη δουλειά της δασκάλας.
 Αξέχαστα επίσης παραμένουν τα αισθήματα αλληλεγγύης που εκφράζονται μέσα από τα λόγια της δασκάλας και που βρίσκουν τελικά αποδέκτη την ίδια τη δασκάλα που δεν είχε λάδι για το φαγητό της κι ας ήταν νέα κι εργαζόμενη αλλά και τη χήρα γριούλα την πάμφτωχη Αννίκα που δε δεχόταν ελεημοσύνη από αξιοπρέπεια.
«Τούτες τις μέρες (τις γιορτινές έλεγε η δασκάλα), χρειάζεται να σκεφτόμαστε όλοι , ακόμη περισσότερο ,τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη τη βοήθειά μας...Υπάρχουν κάποια παιδιά που δεν έχουν καινούρια παιχνίδια, ούτε ρούχα για να ζεσταθούν. Δεν έχουν βιβλία για να διαβάσουν . Είναι πολύ φτωχά.!"
 Θα σταθούμε λίγο  στη φυσιογνωμία της χήρας γιαγιάς Αννίκας που αν και φτωχή δε δεχόταν ελεημοσύνη αλλά λειτουργούσε αξιοπρεπέστατα στην καθημερινότητά της με ένα είδος ανταλλακτικής οικονομίας( κάτι που εφαρμόζονταν και από άλλους κατοίκους του χωριού, αλλά που εφαρμόζεται και σήμερα), πρόσφερε τις υπηρεσίες της στους συγχωριανούς της και δεχόταν είδη διατροφής. Επίσης αν και δεν είχε παιδιά τα αγαπούσε και δεχόταν πρόθυμα να τους απαγγείλει δημοτικά τραγούδια δίνοντάς τους πρότυπα ζωής και προτρέποντάς τα να συμφιλιώνονται όποτε δημιουργούνταν εντάσεις στα παιχνίδια τους. Η ζωή της ήταν μια καλοπροαίρετη στάση προς όλους, με σχετικό χιούμορ  προσθέτοντας το απαραίτητο αλατοπίπερο που νοστίμευε αξέχαστα την καθημερινή βιωτική.
 Αξέχαστη όμως είναι και η ζεστασιά των γιορτινών εκδηλώσεων, που δεν ήταν απλώς μια ιδιωτική υπόθεση, αλλά υπόθεση ολόκληρου του χωριού που μαζεύονταν, όπως στην περίπτωση  της γιορτής της πρωτοχρονιάς, στην πλατεία του χωριού με τους τραγουδιστές, τους οργανοπαίχτες και τους μαντιναδολόγους και έκαναν το πιο πετυχημένο ρεβεγιόν ανταλλάσσοντας μαντινάδες που μιλούσαν για  «νοικοκυροσύνη, εργατικότητα, λεβεντιά...»
 Κλείνοντας θα πρέπει να πούμε ότι με το βιβλίο της αυτό η συγγραφέας  τονίζει με διασκεδαστικό τρόπο, το πόσο μοναδικό προνόμιο παραμένει για όλους μας να αισθανόμαστε όπως τα παιδιά, αφού έτσι εκτιμάμε τι αξίζει αληθινά στη ζωή και πως μπορούμε να στεκόμαστε υπεύθυνα απέναντί της.  

Αλεξάκη-Χρονάκη Κική